Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

Γείτονας.

Εκείνα τα πρωινά που χορεύεις με τον σκύλο σου, τη σκούπα, τη σφουγγαρίστρα, στο πάτωμα, στις μύτες των ποδιών, και απλά θέλεις να είχες εκείνον τον υπέροχο τύπο για γείτονα που θα σου χτυπούσε το κουδούνι (αφού χτυπούσε πρώτα όλα τα υπόλοιπα γιατί δεν θα ήξερε ποιο είναι το δικό σου) δεν θα σου έλεγε τίποτα στο κατώφλι της πόρτας, απλά θα σε σήκωνε ψηλά στο κρεσέντο του κομματιού και θα χόρευε πλάι σου μέχρι να τελειώσει η λίστα, για να φύγει μετά αθόρυβα όπως ήρθε και να συνεχίσει τον καφέ του στο απέναντι μπαλκόνι. 
Αυτά είναι πρωινά, μεταξύ μας τώρα. 

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Ανακοίνωση.

Εκείνο το πρωί η φωνή από τα μεγάφωνα είπε:

-Όταν ανατείλει ο ήλιος, όλες οι θάλασσες και τα ποτάμια θα στερέψουν και σκληρά αδιάβατα βράχια θα πλαισιώσουν το σώμα. Παρόλα αυτά, τα μάτια θα μπορούν να κοιτούν τον έναστρο ουρανό τα βράδια, διακριτικά, και να ψάχνουν το φεγγάρι κατά τόπους. Μπορεί τα χέρια να μουδιάζουν αλλά αυτό είναι μια φυσιολογική ενέργεια αποτέλεσμα της ταμπλέτας με τα συμπυκνωμένα στοιχεία που έλιωσε υπογλώσσια. Ο ιδρώτας και οι ανύπαρκτες μυρωδιές είναι και πάλι μέρος των παρενεργειών της ταμπλέτας. Αν βιώνετε πρωτόγνωρη καρδιακή δραστηριότητα, συμπληρώστε την φόρμα δίπλα στην πόρτα, αλλά μην μιλήσετε σε κανέναν για αυτό. Αυτό που νιώθετε είναι σαν μια ελεύθερη πτώση απο το πιο ψηλό κτήριο που μπορείτε να φανταστείτε, αλλά μην σας αγχώνει, όπου να 'ναι θα βρείτε έδαφος. Και τώρα ο καθένας πίσω, στις ζωές σας. 

Τότε κάποιος ενώ σηκωνόταν απο το κρεββάτι του με τον πιο βαρύ σκελετό που μπορεί να κουβαλήσει ένας άνθρωπος, ψιθύρισε στον εαυτό του: 

-Όλα είναι στιγμές. 


Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Παράλληλο Σύμπαν.

Σκέψου μια πόλη όπου κανείς δεν εύχεται να γυρίσει τον χρόνο πίσω. Μια πόλη όπου η κάθε στιγμή που περνά , περνά χωρίς κανείς να προσπαθεί να την κρατήσει λίγο παραπάνω. Αυτή η πόλη μοιάζει λοιπόν, σαν να μην έχει παρελθόν, μοιάζει να ασχολείται μονάχα με το μέλλον, που πολύ γρήγορα γίνεται παρόν και μετά στον επόμενο τόνο, παρελθόν για να ξεχαστεί και να αφεθεί πίσω. Σε αυτή την πόλη, οι άνθρωποι τρέχουν, τρέχουν να προλάβουν, ούτε οι ίδιοι ξέρουν τι. Κανείς δεν λέει “μείνε” σε έναν όμορφο άνδρα, σε μια γοητευτική γυναίκα ή σε μια ηλιόλουστη Κυριακή. Σε αυτήν την πόλη ο χρόνος κυριαρχεί και τα χέρια κονταίνουν και οι λέξεις σωπαίνουν και τα μάτια κοιτάνε περισσότερο τα παπούτσια παρά τον ουρανό.
Και μαζί με μας σε αυτήν την πόλη, αν προσέξεις πολύ προσεκτικά πάνω απο τα κεφάλια μας πετάνε μικρές φωτίτσες. Τη νύχτα τις βλέπεις πιο εύκολα. Είναι όλα αυτά που αφήνουμε να περάσουν. Όλα μας τα όνειρα, όλα αυτά που δε λέμε, όλα αυτά που δεν έχουμε χρόνο και κουράγιο. Και κάπου μέσα μου, εύχομαι να υπάρχει αυτό το παράλληλο σύμπαν, κάποια σαν κι εμένα, με όλα αυτά τα "όχι" μου, τα "δεν" μου και τα "μη" να έχουν γίνει καταφάσεις. Αυτό μονάχα εύχομαι. 

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Σπίρτα.

Όταν είμαι νευρική ανάβω σπίρτα. Το ένα μετά το άλλο. Πρώτα ανοίγω το κουτάκι σπρώχνοντας το εσωτερικό κομμάτι προς τα έξω. Έπειτα διαλέγω το σπίρτο μου, τυχαία. Κλείνω το κουτάκι, σπρώχνοντας το εσωτερικό κομμάτι προς τα μέσα. Παρατηρώ το σπίρτο μου. Ροζ στην άκρη του. Στο πρώτο τσαφ η φλόγα ξεκινά με μια αναπάντεχη έκρηξη, μεγάλη, και έπειτα περιορίζεται στον χώρο της. Εκείνη τη στιγμή, παίρνω μια βαθιά ανάσα - η φλόγα είναι η αναπνοή μου. Έπειτα η φλόγα ξεχύνεται ομοιόμορφα προς τα κάτω ,με μια μπλε ηλεκτρίκ πινελιά στην βάση της, στο ξύλινο σώμα του σπίρτου και εκείνο με τη σειρά του από ανοιχτό καφέ γίνεται ξαφνικά μαύρο και λίγο πριν μείνει έτσι για πάντα, κοκκινίζει -όμως όχι πάντα- σαν να θέλει να πει κάτι τελευταίο. Και όσο κατεβαίνει η φωτιά απειλεί σιγά σιγά τον δείκτη του δεξιού μου χεριού και τον αντίχειρα. Και νιώθω την θερμότητα να με πλησιάζει και τότε είναι που αρχίζω να ηρεμώ. Όταν αρχίζει το καμένο σπίρτο να παίρνει τυχαίες μορφές ταυτίζομαι. Τελικά ή σβήνει μονάχο του ή πια η φωτιά γλύφει τα δάχτυλά μου οπότε το σβήνω εγώ. Δεν θα με κερδίσει η φωτιά αυτή τη φορά. Αν η καρδιά μου δεν καταλαγιάσει από την μυρωδιά που αιωρείται πια στον αέρα, τότε ανάβω κι άλλο. Κι άλλο. Κι άλλο. 

Είμαι στο τρίτο. Και σίγουρα θα ανάψω και τέταρτο, και πέμπτο. 

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Φούρλες σε ένα τετραγωνικό.

Και χόρευε και χόρευε και χόρευε και σταματημό δεν είχε. Και έλεγε πως δεν γίνεται να ακούει τη μουσική και να μη χορεύει. Και απαρνιόνταν τις αγκαλιές και συνέχιζε να στριφογυρνά. Χεράκια στον αέρα, ποδαράκια στον αέρα, κλειστά μάτια και όλα αυτά σε ένα σύμπαν με φώτα και κοστούμια και χιλιάδες μάτια να τη θαυμάζουν ή απλά ανάμεσα στον κόσμο στην αφάνεια, μόνο για κείνη - δεν έκανε κάποια διαφορά, συνέχισε να χορεύει. 
Έβγαινε απο μέσα της, όταν καθόταν,κάτι δε πήγαινε καλά, κόχλαζε η φωτιά στα σωθικά της και την έκανε να σηκωθεί πάλι και δεν την ένοιαζε που ο ιδρώτας μούσκευε τα μαλλιά και το φορεματάκι με τον φιόγκο. Εκεί, συνέχιζε στον λιγοστό χώρο να κάνει στροφές και να έχει κλειστά τα μάτια. 

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

Λεμονόκοσμος.

Παρατηρώ την λευκή κουρτίνα με τα κεντήματα να ανεμίζει. Δεν πιστεύω οτι φυσάει. Έξω οι δύο ξύλινες καρέκλες και το στρόγγυλο τραπέζι με το πλαστικό τραπεζομάντηλο με τα τριαντάφυλλα, νεκρή φύση παρέα με τις μαραμένες γλάστρες μου. Είναι σαν να τους δίνω μια ευκαιρία, μήπως ζει ακόμα κάτι εκεί μέσα και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να κάνει την εμφάνισή του μέσα απο το ξερό χώμα. Και οι κουρτίνες επιμένουν να χορεύουν και μαζί και ο καπνός μου τώρα. 
Υπάρχει αυτή η μεσημεριανή ησυχία που δεν γίνεται τίποτα,που το μόνο που ακούγεται απο έξω είναι κάτι ξεχασμένα αυτοκίνητα που περνούν και οι φωνές των μανάδων που φωνάζουν οτι το φαγητό είναι έτοιμο, που το τηλέφωνο δε χτυπά, που ούτε η ανάσα μου ακούγεται, που μέχρι και ο σκύλος είναι κάπου εξαφανισμένος και δεν λέει να σηκωθεί.
Οι γάτες των απέναντι κάνουν βόλτες στο μπαλκόνι. Πάλι θα χαθεί κάποια απο αυτές και θα βάζουν αγγελίες στις κολώνες της ΔΕΗ μήπως τις βρει κανείς. Ένα ρίσκο που πρέπει να πάρεις: γάτες και ανοιχτές μπαλκονόπορτες. Κλουβιά, πουλιά και ανοιχτά πορτάκια. Ελεύθερη βούληση - γιατί όχι;
Και νιώθω αυτή τη σταγόνα που διασχίζει τη πλάτη μου απο την κορυφή του κεφαλιού μέχρι τη μέση μου και κάπου εκεί χάνεται, και μετά την διαδέχεται μια άλλη, σε μια απόλυτα γραμμική πορεία - ή έτσι μου φαίνεται. Και είναι σαν να ανακυκλώνεται η ίδια σταγόνα.
Κάπου κρύφτηκε ο ήλιος και τα χρώματα έξω απο το παράθυρο έγιναν πιο ξεκάθαρα. Και αυτό το αναθεματισμένο κομμάτι δε λέει να βγει απο το κεφάλι μου. Να με ξαπλώσεις πάνω στο τραπέζι και να μου βάλεις λουλούδια στο στόμα και θα πούμε οτι είναι το δικό μας καλοκαιρινό ερωτικό πάρτι βασανιστηρίων... Απλά πράγματα.